- στομαχοεντερολογία
- η, Νιατρ. τομέας τής παθολογίας που μελετά τη λειτουργία και τις παθήσεις τού στομάχου και τών εντέρων.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
στομαχοεντερολογικός — ή, ό Ν [στομαχοεντερολόγος] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη στομαχοεντερολογία («στομαχοεντερολογικό συνέδριο») … Dictionary of Greek